ZEYΣ ΕΛΑΥΝΩΝ


Τετάρτη 14 Ιουλίου 2021

Δόγμα Τσίπρα για ελληνοτουρκικά : Νέο Ελσίνκι γιατί ο χρόνος κυλά σε βάρος μας.

ΣΧΟΛΙΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ : Η ιδεολογία του φόβου: Αν δεν υποχωρήσουμε τώρα, μετά θα είναι χειρότερα. Η διάδοση και καλλιέργεια του φόβου, χαρακτηριστικό του ολοκληρωτικού λαϊκισμού, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα σκηνοθετημένο δράμα εκβιασμού. Κατάλληλα προβαλλόμενο, αποκτά τεράστια πολιτική σημασία. Ούτε κουβέντα να ενδυναμωθούμε εμείς αμυντικά κλπ...θεωρεί πως οι τοπικές συμμαχίες δεν θα μας ωφελήσουν κλπ κλπ.. Γερμανική γραμμή... είναι επικίνδυνος και ανεπαρκής .


 Γράφει ο Γκουτζάνης Σπύρος :

Την πολιτική του για τα ελληνοτουρκικά ανέπτυξε ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας σε εκδήλωση για την υψηλή στρατηγική που διοργάνωσε το Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων. Την εκδήλωση συντόνιζε ο καθηγητής Αθανάσιος Πλατιάς και ερωτήσεις υπέβαλαν οι καθηγητές Μαριλένα Κοππά, Πέτρος Λιάκουρας και Σωτήρης Ρούσσος.

«Οποιαδήποτε συζήτηση για την εθνική στρατηγική του μέλλοντος πρέπει να βασίζεται σε έναν δυναμικό ρεαλισμό», ανέφερε ο Τσίπρας και ξεκαθάρισε: «Χρειάζεται ένα νέο Ελσίνκι ή καλύτερα ένα Ελσίνκι με νέους όρους… Δεν μπορούμε να επαναλαμβάνουμε συνεχώς τις πάγιες θέσεις της χώρας π.χ. για την Χάγη χωρίς να τις προωθούμε ενεργά».

Ο Τσίπρας θεωρεί ότι η Ελλάδα έπρεπε να αξιοποιήσει την θετική συγκυρία και τις πιέσεις που δέχθηκε η Τουρκία από τις ΗΠΑ, την Γαλλία και την ΕΕ για να ανοίξει διάλογος με στόχο την παραπομπή στην Χάγη. Επίσης, να συνδεθεί η τελωνειακή ένωση ΕΕ-Τουρκίας με την παραπομπή στη Χάγη, ώστε να υποχρεωθεί η Τουρκία να υπογράψει συνυποσχετικό. Ο Τσίπρας θεωρεί «μείζον λάθος μια συντηρητική πολιτική μη-λύσης και προσχώρησης σε λογικές διπλωματικής ανάσχεσης».

Πιο συγκεκριμένα, εκτιμά ότι «από τις αρχές του έτους η Τουρκία, πιεζόμενη από της ΗΠΑ και από την αρνητική οικονομική της πορεία, έχει ανοίξει το παράθυρο στο διάλογο» και ασκεί κριτική στην κυβέρνηση Μητσοτάκη γιατί δεν αξιοποίησε την συγκυρία. Φυσικά βάζει τις απαραίτητες προϋποθέσεις: «Έπρεπε να αξιοποιήσουμε τις πιέσεις που δέχεται η Τουρκία, προκειμένου να μπούμε σε έναν ουσιαστικό διάλογο –για τις διερευνητικές ή τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης– χωρίς αφέλεια, με σαφείς κόκκινες γραμμές για τις δήθεν γκρίζες ζώνες και αποστρατιωτικοποιημένα νησιά, αλλά και με σαφείς στόχους».

Η κριτική του Τσίπρα

Επεξέτεινε την κριτική του, λέγοντας ότι «το να κερδίσουμε απλώς λίγους μήνες παραπάνω ηρεμίας αποτελεί κοντόθωρο στόχο, καθώς ο χρόνος, δεν κυλάει ουδέτερα και η Τουρκία, καθιερώνει δυναμικές αλλά ουσιαστικές σχέσεις με σειρά χωρών επικαλούμενη και την εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων». Η βασική υπόθεση του Τσίπρα είναι ότι ο καιρός που περνά δίχως επίλυση των ελληνοτουρκικών προβλημάτων, όπως και δίχως επίλυση του Κυπριακού, κυλά σε βάρος της Ελλάδας, αφού η θέση της Τουρκίας, που ακολουθεί μία δυναμική πολιτική, ενισχύεται και το ισοζύγιο σε βάρος της χώρας μας επιδεινώνεται.

Ο Τσίπρας δεν φαίνεται να έχει ψευδαισθήσεις ούτε ως προς τον ρόλο της ΕΕ ούτε ως προς τις συνεργασίες στην Ανατολική Μεσόγειο: «Δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες ότι δήθεν μπορεί να δημιουργηθεί μια περιφερειακή ασπίδα ανάσχεσης απέναντι στην Τουρκία, αν έρθει η δύσκολη στιγμή. Ούτε ότι η κυβέρνηση θα μπορέσει να αντιστρέψει ή να παγώσει την θετική ευρωτουρκική ατζέντα με την Τουρκία αν αυτή επανέλθει στις παραβιάσεις… Οι ελληνικές κόκκινες γραμμές είναι μακριά από το να γίνουν ευρωπαϊκές, πέραν του επίπεδου των δηλώσεων».

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι ο μόνος ευρωπαϊκός μοχλός πίεσης προς την Τουρκία ώστε να μπει σε διάλογο είναι η αναθεωρημένη τελωνειακή ένωση με την ΕΕ. «Αυτός είναι ο μόνος ευρωπαϊκός μοχλός πίεσης που μπορεί στο μέλλον να επιτρέψει ένα κοινά αποδεκτό συνυποσχετικό, μετά από ουσιαστικές διερευνητικές. Χωρίς αυτόν, ας είμαστε ρεαλιστές, δεν μπορεί να υπάρξει Χάγη. Δυστυχώς, όμως, στην τελευταία Σύνοδο αποφασίστηκε η έναρξη της διαπραγμάτευσης, χωρίς να τεθεί αυτός ο όρος – που είναι εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη για τις ελληνικές θέσεις».

Πίεση και σε Μητσοτάκη;

Με τις θέσεις αυτές ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται σαν επισπεύδων, σε μία διαδικασία διαλόγου για παραπομπή στην Χάγη των “ελληνοτουρκικών διαφορών”. Τον όρο είχαν χρησιμοποιήσει πέρυσι τέτοια εποχή στελέχη του κόμματός του, όπως ο Νίκος Φίλης και ο Νίκος Μπίστης που ζητούσαν μία πιο ενεργητική εξωτερική πολιτική, κατά το πρότυπο της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Εν τω μεταξύ ο Μητσοτάκης ακολούθησε μία αναβλητική πολιτική για να μην προσκρούσει στις έντονες αντιρρήσεις που έχει η προοπτική της παραπομπής στη Χάγη από τους δύο πρώην πρωθυπουργούς της ΝΔ, τον Κώστα Καραμανλή και τον Αντώνη Σαμαρά. Όπως είναι γνωστό, η παραπομπή στη Χάγη, εάν γινόταν αποκλειστικά για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ με βάση αποκλειστικά το διεθνές δίκαιο, δεν θα προσέκρουε σε αντιρρήσεις. Το πρόβλημα είναι ότι η Τουρκία συζητάει για Χάγη, μόνο υπό τους δικούς της όρους.

Τα εθνικά προκαλούν διαιρέσεις και στα δύο μεγάλα κόμματα. Είναι ενδεικτικό ότι στην Εθνική Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ, το προπερασμένο Σαββατοκύριακο, κανείς από τα περίπου 120 στελέχη που πήραν τον λόγο δεν αναφέρθηκε στα ελληνοτουρκικά. Μόνο ο Αντώνης Κοτσακάς έθεσε το εθνικό θέμα, λέγοντας μάλιστα ότι πρέπει να συγκληθεί ειδικό φόρουμ γι’ αυτά, προφανώς λόγω των υφιστάμενων αντιθέσεων.

Ο λόγος είναι απλός: τα εθνικά θα προκαλούσαν αντιπαραθέσεις, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται ενότητα έναντι της κυβέρνησης και ευρύτερα του συστήματος Μητσοτάκη. Αλλά ούτε και η κυβέρνηση αντέχει μία πολιτική που θα έχει κατάληξη εθνικές υποχωρήσεις. Ίσως μάλιστα περισσότερο από τον ΣΥΡΙΖΑ, αφού όχι μόνο υπάρχουν η σαμαρική και η καραμανλική πτέρυγα, αλλά και επειδή αγγίζουν τον σκληρό πυρήνα της δεξιάς παράταξης.

ΠΗΓΗ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: