Του Δημήτρη Μπούσμπουρα από την Ρήξη φ. 165
H πολιτική και κοινωνική συζήτηση στην Ελλάδα, έμπλεη πάντα οργής,
ακολουθεί τα επίκαιρα ζητήματα που κυριαρχούν κάθε φορά και ύστερα, σαν
να μη συνέβη τίποτα, πηγαίνει στο επόμενο θέμα.
Πριν από 8 χρόνια,
όλοι συζητούσαν για το ΤΑΪΠΕΔ. Ότι θα πουλήσει την φύση και τα αρχαία,
ακόμα, της Ελλάδας, ότι θα τα αγοράσουν όλα οι ξένοι και πολλά άλλα. Σ’
ένα βαθμό αυτό το ζήτημα αποτέλεσε και όχημα για την πολιτική αλλαγή. Το ΤΑΪΠΕΔ όμως παρέμεινε, οργανώθηκε στην διάρκεια διαφορετικών κυβερνήσεων και σήμερα κάνει τις τελευταίες κινήσεις.
Μία από αυτές ήταν η πώληση, τον Σεπτέμβριο, μιας παραθαλάσσιας έκτασης 85 στρεμμάτων στην περιοχή Τούζλα του δήμου Παγγαίου.
Η έκταση όμως είναι υγρότοπος. Υγρότοπος γνωστός, σύμφωνα με τις
επίσημες χαρτογραφήσεις, αλλά δηλώθηκε απλώς ως χέρσα έκταση από το
ΤΑΪΠΕΔ. Το υπουργείο Περιβάλλοντος, που θα έπρεπε να προστατεύει τους
υγροτόπους, κάνει πως δεν βλέπει διαχρονικά.
Οι υγρότοποι στην Ελλάδα έχουν καταστραφεί με αποξηράνσεις που ξεκίνησαν για την αντιμετώπιση της ελονοσίας τυπικά, αλλά στην ουσία για την απόδοση γεωργικών γαιών στους ελληνικούς προσφυγικούς πληθυσμούς που ήρθαν στον σημερινό ελλαδικό χώρο, μετά την μικρασιατική καταστροφή. Οι αποξηράνσεις αυτές συνεχίστηκαν μέχρι και την δεκαετία του ’80. Η αποξήρανση τεράστιων εκτάσεων διατηρείται στις περισσότερες περιοχές με την λειτουργία αντλιοστασίων. Αν αυτά σταματήσουν, οι εκτάσεις θα ξαναγίνουν υγρότοποι. Η αποξήρανση είναι μια συνεχής πάλη. Στο Δέλτα του Αξιού, όλες οι υγροτοπικές εκτάσεις των παλιών εκβολών που μετατράπηκαν σε καλλιέργειες ρυζιού δεν έχουν αποστραγγιστεί πλήρως.
Μετά βέβαια την υπογραφή της Διεθνούς συνθήκης Ραμσάρ για την προστασία των υγροτόπων, το 1971, που προέβλεπε, εκτός από την προστασία των μεγάλων υγροτόπων που δηλώνονταν από κάθε χώρα, την απαγόρευση της καταστροφής των μικρότερων, οι αποξηράνσεις ήταν στην πραγματικότητα παράνομες. Όμως, εξακολουθούσαν να γίνονται μ’ ένα απλό κολπάκι: Ο ενδιαφερόμενος, συχνά καταπατητής, καθώς δεν υπήρχε παλιότερα ενδιαφέρον ιδιοκτησίας μέσα σε έλη και βάλτους, ζητούσε ένα πρακτικό από την δασική υπηρεσία που ν’ αποδεικνύει ότι δεν ήταν δασική γη. Αυτό ήταν απαραίτητο για τις εκτάσεις εκτός καλλιεργειών, διότι στην Ελλάδα απαγορεύεται η μετατροπή του δάσους σε καλλιεργήσιμη έκταση. Συνήθως λάμβανε μία απάντηση ότι η έκταση που τον ενδιέφερε δεν ήταν δάσος και αυτό το χαρτί το χρησιμοποιούσε για να βγάλει οικοδομική άδεια.
Πολλοί λίγοι δασολόγοι που χειρίζονταν τέτοια ζητήματα συνέχιζαν την απάντηση γράφοντας ότι «η έκταση περιλαμβάνει υγροτοπική ελώδη βλάστηση». Δεν μπορούμε να ξέρουμε σε ποιο βαθμό ήταν η άγνοια που οδηγούσε στην ελλιπή σύνταξη της απόφασης ή ο χρηματισμός -κάτι που ήταν συνηθισμένο σε ζητήματα δόμησης εκτός πολεοδομικού σχεδίου. Μπορεί να ήταν η άγνοια και η αδιαφορία, που ακολουθούσε την γενική πεποίθηση ότι οι βάλτοι πρέπει ν’ αποξηρανθούν.
Ωστόσο, μετά την δεκαετία του ’90, το ενδιαφέρον για τους υγροτόπους ήταν πολύ μεγαλύτερο και μάλιστα εκδόθηκαν από το υπουργείο Περιβάλλοντος αποφάσεις προστασίας και χαρτογραφήσεις ακόμα και των μικρότερων νησιωτικών υγροτόπων, χωρίς όμως να έχει ολοκληρωθεί η κάλυψη των μικρών και μεσαίων υγροτόπων. Η κοινή πεποίθηση όμως εξακολουθεί να είναι ότι υγρότοπος είναι μόνο οι εκτάσεις με ανοιχτό νερό. Τα εποχικά έλη, οι καλαμιώνες και οι βάλτοι, αν και είναι τα σημαντικότερα τμήματα των υγροτοπικών εκτάσεων και τα βασικότερα ενδιαιτήματα της πανίδας, εξακολουθούν ν’ αντιμετωπίζονται σαν κάτι βρόμικο.
Έτσι λοιπόν, όταν το ΤΑΪΠΕΔ πούλησε τον υγρότοπο στο Οφρύνιο εμφανίστηκαν, στην μικρή συζήτηση που έλαβε χώρα στα κοινωνικά δίκτυα, δύο τάσεις. Λεκτική υπεράσπιση και οργή από τη μία μεριά από τους πιο ευαισθητοποιημένους πολίτες και αδιαφορία από τους υπόλοιπους, οι οποίοι μπορεί και ν’ αποδέχονται την δημιουργία ξενοδοχείων και πισινών στην θέση του «βρόμικου» βάλτου.
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις δεν ασχολήθηκαν με το θέμα,
καθώς ένα από τα κύρια ζητήματα που απασχολεί σήμερα τις οργανώσεις που
εστιάζουν στην προστασία της βιοποικιλότητας είναι η καταστροφική
επέλαση των αιολικών στα βουνά και τα νησιά, ενώ γι’ αυτές που
ασχολούνται σχεδόν αποκλειστικά με την κλιματική αλλαγή το ενδιαφέρον
εστιάζεται στην προώθηση πάση θυσία της αιολικής ενέργειας. Δεν
μπορούμε βέβαια να ψέξουμε τις πρώτες, καθώς οι πόροι σε προσωπικό και
χρήματα για τις αναγκαίες νομικές ενέργειες είναι περιορισμένοι.
Έτσι, μόνο λίγοι πολίτες από την περιοχή αντέδρασαν. Έστειλαν επιστολή στο Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων Υγροτόπων
(ΕΚΒΥ), τον βασικό ερευνητικό οργανισμό για τους υγροτόπους, το οποίο
επιβεβαίωσε ότι όντως πρόκειται για υγρότοπο και τους παρέπεμψε στο
υπουργείο Περιβάλλοντος, στον ανενεργό ακόμα οργανισμό ΟΦΥΚΕΠΑ και στους
επιθεωρητές περιβάλλοντος.
Για τους πολλούς, το ζήτημα της πώλησης της φύσης της Ελλάδας από το ΤΑΪΠΕΔ δεν είναι πλέον επίκαιρο.
Μέσα στην απομόνωση λόγω κορωνοϊού και την υπολειτουργία της κοινωνίας,
η αποξήρανση θα προχωρήσει, όπως προχωρούν και τα αιολικά στις κορυφές
των βουνών. Όταν η απομόνωση τελειώσει, τότε θα καταλάβουμε, πολύ αργά,
ότι «ανεπαισθήτως μας έκλεισαν από τον κόσμο έξω.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου