ZEYΣ ΕΛΑΥΝΩΝ


Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2025

ΕΛΛΗΝΟΣΟΦΙΑΣ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (12)

ΕΛΛΗΝΟΣΟΦΙΑΣ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ  (12) 


ΠΕΡΙ ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑΣ

Όλβιος ός (Ευτυχής ο οποίος) θείων πραπίδων εκτήσατο (των θείων   λογισμών απέκτησε) πλούτον, δειλός δ’ (έμφοβος δε)  ώ (στον οποίον) σκοτόεσσα θεών πέρι ( σκοτεινή περί θεών ) δόξα (γνώμη) μέμηλεν ( έχει σχηματισθή).

( Εμπεδοκλής, Ι, σελ. 365)

 
Εξ ορθών συλλογισμών εις ευσταθή διάθεσιν τελευτώντων (καταληγόντων) ήρτηται (εξαρτάται) το μακάριον ( η μακαριότης).

(Πλούταρχος.Παραμ. προς ιδίαν γυναίκα, 9).

 
Σωκράτης ερωτηθείς τι έστιν ευδαιμονία, « ηδονή αμεταμέλητος (η άνευ μεταμέλειας)»  ¨έφη.

 
Η βροτών τ’ ευπραξία ( και των θνητών η καλή κατάστασις) των τάλάχιστα γίγνεται (είναι των ελάχιστα) λυπουμένων .

(Πλουτάρχου, Ηθικά 37 Α)  


 
ΑΙΣΩΠΟΥ ΜΥΘΟΙ

Κυνηγός και δρυοτόμος.

Κυνηγός τις λέοντος ίχνη αναζητών δρυοτόμον (ξυλοκόπον δρυός) ηρώτησεν, ει είδεν ίχνη λέοντος και που ο λέων κοιτάζει (ευρίσκεται). Του δε ειπόντος, « και αυτόν τον λέοντά σοι δείξω », ο κυνηγός  ωχριάσας (ωχρός γενόμενος) εκ του φόβου και τους οδόντας συγκρούων (με τρίζοντα δόντια) είπεν. « Ίχνη μόνα ζητώ, ουχί αυτόν τον λέοντα ».

 
Πήραι δύο.

Ανθρώπων έκαστος δύο πήρας (σάκκους) φέρει, την μεν έμπροσθεν, την δε όπισθεν, γέμει (είναι γεμάτη) δε κακών εκατέρα (η κάθε μία). Αλλ’ η μεν έμπρσθεν αλλοτρίων (των άλλων) γέμει, η δε όπισθεν των αυτού του φέροντος. Και δια τούτο οι άνθρωποι τα μεν εαυτών κακά ουχ ορώσι (δεν βλέπουν), τα αλλότρια πάνυ ακριβώς θεώνται (καθαρότατα θωρούν.)

 
Λέων και όνος και αλώπηξ.

Λέων και όνος και αλώπηξ, συμμαχίαν ποιησάμενοι, εξήλθον εις άγραν (κυνήγι). Πολλών δε θηρίων αγρευθέντων, ο λέων τωι όνωι διανείμαι (στον όνο να μοιράσει) προσέταξε. Του δε (όνου) τρεις μερίδας ίσας ποιήσαντος (κόβοντας) και εκλέξασθαι αυτώ παραινούντος (και σ’ αυτόν τον λέοντα να πρωτοδιαλέξει παρακινώντας), ο λέων αγανακτήσας τον όνον κατέφαγε και τη αλώπεκι μερίσαι (να μοιράσει) προσέταξε. Η δε πάντα (όλα) εις μίαν μερίδα συναθροίσασα και ολίγα εαυτή καταλιπούσα παρήνει (παρεκίνει) αυτόν ελέσθαι (να διαλέξει). Ερομένου (Ερωτώντος) δε του λέοντος, τις αυτήν ούτω διανείμαι (ποιος έτσι να κάνει διανομή) εδίδαξε, η αλώπηξ είπεν. « Η του όνου συμφορά.»  



ΣΙΜΩΝΙΔΟΥ ΤΟΥ ΚΕΙΟΥ

Επιγράμματα

Ω ξείν’ (Ξένε) αγγέλειν (μετάφερε) Λακεδαιμονίοις ότι τήσδε (ότι σ’ αυτή την γη)

κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι (στα γράμματα του νόμου εκείνων υπακούοντας).

 
Ει (εάν)το καλώς θνήσκειν αρετής μέρος εστί μέγιστον

Ημίν (Σε μας) εκ πάντων τούτ’ απένειμε Τϋχη.

Ελλάδι γαρ σπεύδοντες ελευθερίην περιθείναι (την ελευθερίαν περισώσαι)

κείμεθ’ αγηράτωι (αγήρατον) χρώμενοι (έχοντας) ευλογίηι (έπαινον).

 
Άσβεστον κλέος οίδε (αυτοί εδώ) φίληι περί πατρίδι θέντες (στην προσφιλή πατρίδα θέσαντες)

κυάνεον (μέλαν) θανάτου αμφεβάλλοντο (εντύθηκαν) νέφος.

Ουδέ τεθνάσι θανόντες (όμως ούτε πεθαίνοντας  έχουν πεθάνεi) , επεί σφ’ (αυτούς) αρετή καθύπερθε (προς τα ύψη)

κυδαίνουσ’ (δοξάζοντας) ανάγει (ανυψώνει) δώματος εξ Άιδου (πάνω απ’ τα σπήλαια του Άδου).   

 
ΣΟΛΩΝΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΟΥ

… ευθείαν εις έκαστον αρμόσας δίκην (ανάλογον για τον καθένα εφαρμόσας δικαιοσύνην) ,

έγραψα. (ενομοθέτησα.) κέντρον (κεντρικήν εξουσίαν) δ’ άλλος ως εγώ (όπως εγώ) λαβών (εάν έπαιρνε),

κακοφραδής (κακόβουλος) και φιλοκτήμων (ληστρικός) ανήρ,

ουκ αν κατέσχε (δεν θα συνεκράτει) δήμον (τον λαόν). ει γαρ (επειδή αν) ήθελον (συμφωνούσα)

ά τοις εναντίοισιν ήνδανε ( σε όσα στις αντίπαλες μερίδες άρεσαν) τότε,

αύθις δ’  ά τοίσιν ούτεροι φρασαίατο, (ή πάλι σε όσα ούτε ο ένας ούτε ο άλλος υπεστήριζαν)

πολλών ανδρών ήδ’ εχηρώθη πόλις (από πολλούς άνδρες αυτή θα εχήρευε η πόλις).

των ούνεκ’ (λόγω των οποίων) αλκήν πάντοθεν ποιεύμενος (από παντού θωρακισμένος)

ως εν κυσίν πολλήισιν εστράφην λύκος (όπως σε σκυλιά πολλά εστράφην λύκος.)


 

ΣΑΠΦΩ Η ΔΕΚΑΤΗ ΜΟΥΣΑ

 
γλύκηα μάτερ (μητερούλα μου), ούτοι δύναμαι κρέκην (υφαίνειν) τον ίστον (τον ιστό του αργαλειού)

πόθω δάμεισα παίδος (από παιδιού πόθο δαμασθείσα) βραδύναν δι’ Αφροδίταν (εξ αιτίας της παραλυτικής  Αφροδίτης).    

 
οίον (οποίον και) το γλυκύμαλον (γλυκύμηλο) ερεύθεται (ερυθραίνεται ) άκρω επ’ ύσδω (εις τα ακρόκλωνο),

άκρον επ’ ακροτάτωι, (άκρον το ακρότατον) λελάθοντο δε μαλοδρόπηες (και το αστόχησαν οι μηλοσυλλέκται),

ου μαν εκλελάθοντ’ (όχι μόνο αστόχησαν) αλλ’ ουκ εδύνταντ’ επικέσθαι (να το φθάσουν).

Δεν υπάρχουν σχόλια: