Ζεύς Ελαύνων Πτηνόν Άρμα
ΛΥΚΑΣΤΡΟΣ :
τεθλιμμένες < τεθλιβμένες, (μτχ. παρακ. του ρ. θλίβομαι.)
Δημοσίευση σχολίου
1 σχόλιο:
τεθλιμμένες < τεθλιβμένες, (μτχ. παρακ. του ρ. θλίβομαι.)
Δημοσίευση σχολίου