ZEYΣ ΕΛΑΥΝΩΝ


Κυριακή 24 Ιουλίου 2022

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΝ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ (67)

ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑ-ΛΕΞΙΓΝΩΣΙΑ

Αρχή σοφίας ελληνικών ονομάτων επίσκεψις.

Η ελληνική γλώσσα ομιλείτο πολύ πριν από την 2α π.Χ. χιλιετία και ευρίσκετο σε υψηλό επίπεδο τελειότητας.

Είναι η βασίλισσα των Γλωσσών.

Είναι η γλώσσα των Θεών.

«Ει Θεοί διαλέγονται, την των Ελλήνων γλώττη χρώνται»

 (Κικέρων)

Όθεν άριστα λέγεται παρά τοις φιλοσόφοις

το τους μη μανθάνοντας ορθώς ακούειν ονομάτων

κακώς χρήσθαι και τοις πράγμασιν.

(Πλούταρχος) 

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΝ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ (67)

1) ΄΄Άλλο άφατος (επιθ.) και άλλο άφαντος (επιθ.)

2) θωπεία (η) και πόθος (ο) πώς συγκοινωνούν ετυμολογικώς και συγγενεύουν εννοιολογικώς;

3) Άθως (όρος) και αθώος (επιθ.) πώς σχετίζοντα με τα ανωτέρω;

4) συνέπεια (η) και ευπρέπεια (η) έχουν κάποια ετυμολογική σχέσι;


5) ακηδία (η) αρχ. (= η κατάθλιψις) και κηδεία (η) είναι συγγνείς έννοιες;

6) χάλι (το), χαλάλι (επιρ,), χαλί (το), χαλές (ο), όλες αραβοπερσικής προελεύσεως λέξεις,  τί κοινό έχουν;     

7) ξαφνικά και αιφνιδίως: πώς προήλθον τα επιρρήματα;

8)  ρ. χρίω και ουσ. χρίσμα, τί ουσιαστικά σημαίνουν; 

Οι απαντήσεις από το προηγούμενο Νο (66) ΕΔΩ

----------------------------------------------------------------------------------------------------------

Αι απαντήσεις του Λεξιθήρος.

1) Άφατος (ο) επιθ. < ά (στερ.) + αρχ. ρ. φη-μί (=λέγω, πρβ. από-φασις, έκ-φρα-σις, φά-σις κ.λ.π.)  = ο άρρητος, ο μη περιγραφόμενος με λόγια. Άφαντος (ο) επιθ. < ά (στερ.) + φαίν-ομαι (πρβ. φάν-τασμα, φά-σμα, φαιν-όμενο κ.λ.π.) = αόρατος, αφανής, εξ-αφανισμένος.

2)  θωπ-εία (η) < (αναγραμμ. ποθεία) = η λόγω του πόθου σωματική επαφή, αγκάλιασμα, χάιδεμα κ.λ.π.)  

3) Άθως (ο) όρος (α.στερ. + θόπος< πόθος) = το λόγω ύψους απρόσιτον, αθώπευτον, απάτητον όρος.  Αθώος (ο) επίθ. < α (στερ.) + θω-πεία. = ο άμεμπτος, άχραντος, αμάλακτος, αγνός, παρθενικός αυτός που δεν έβαλε κανείς χέρι πάνω του.

4) συνέπεια (η) < συν+ έπος( =λόγος, πρβ. αορ. ρ. λέγω, είπ-α )  = η ακολουθία λόγου και πράξεως (πρβ. αρχ. ¨αμ’ έπος, άμ’ έργον.¨)   Ευπρέπεια < εύ+ πρέπον = η καλή, ωραία αρμόζουσα εμφάνισι.    

5) (αρχ.) ακηδία (η) < α(στερ.) + αρχ. ρ. κήδ-ομαι (παραβ. κηδεμών (ο)) = ο μη ενδιαφερόμενος, φροντίζων για τίποτα, ο καταθλιπτικός.) Κηδεία (η) = η πάσα φροντίς και μέριμνα συμπεριλαμβανομένης και της παρ’ ημίν επικρατησάσης ονομασίας της θρησκευτικής νεκρωσίμου τελετής. .

6) χαλί (το)= ότι και σήμερον (πρβ. ¨γίνομαι χαλί να με πατήσης¨) το ευτελές, ρυπαρόν εξ ού και το ετεροτονισμένο ¨χάλι¨ (το) = κατάντημα, ξεπεσμός,  ¨χαλές¨ = ο ηλίθιος, ο ξεφτυλισμένος.

7) ξαφνικά (επιρρ.) (και εξαίφνης) < εξ-αφνικά < εκ (του) +  αφαν-ούς.  Αιφνιδίως (επιρρ.)(< εκ του) αφαν-ούς ιδ-είν. < (απροόπτως + ιδ-είν.)

8) αρχ. ρ. χρίω (πρβ. χρίσμα, χρώμα, χριστός και ουχί χρηστός= χρήσιμος, καλός) = δίδω, χαρ-ίζω εις τι, μίαν επίκτητον,πέραν της πρωτογενούς –φυσικής του ιδιότητα  και αποστολήν όπως εις εν αντικείμενον ένα χρ-ώμα ή εις ένα άνθρωπον αξίωμα πολιτικόν ή θρησκευτικόν…        

Δεν υπάρχουν σχόλια: