ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑ-ΛΕΞΙΓΝΩΣΙΑ
Αρχή σοφίας ελληνικών ονομάτων επίσκεψις.
Η ελληνική γλώσσα ομιλείτο πολύ πριν από την 2α π.Χ. χιλιετία και ευρίσκετο σε υψηλό επίπεδο τελειότητας.
Είναι η βασίλισσα των Γλωσσών.
Είναι η γλώσσα των Θεών.
«Ει Θεοί διαλέγονται, την των Ελλήνων γλώττη χρώνται»
(Κικέρων)
Όθεν άριστα λέγεται παρά τοις φιλοσόφοις
το τους μη μανθάνοντας ορθώς ακούειν ονομάτων
κακώς χρήσθαι και τοις πράγμασιν.
(Πλούταρχος)
ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΝ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ (200)
1)επηρμένος (π.χ. ¨δι’ επηρμένης οφρύος¨): ποιο το ρήμα προελεύσεως και η σημασία του.
2) επιρ. ανενδοίαστα. Τα συνθετικά και η σημασία του.
3) επιρ. οικειοθελώς: τα συνθετικά του και η ερμηνεία του.
4) ουσ. χορός (ο): η ετυμολογία του.
5) επιθ. εσώκλειστον (το): τα συνθετικά του και η ερμηνεία του.
6) επιθ. σεισμοπαθής (ο, η): τα συνθετικά του και η σημασία του.
7) επιθ. συμπαγής: (ο,η): τα συνθετικά του και η σημασία του. Η σχέσι του με τον Άρειο Πάγο.
8) ουσ. λεωφορείο (το): Πώς ετυμολογείται;
Οι απαντήσεις από το προηγούμενο Νο (199) ΕΔΩ.
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Αι απαντήσεις του Λεξιθήρος.
1) επηρμένος: Μτχ. παρακ. του ρ. επαίρομαι (επί + αίρομαι, πρβ. άρσις, έπαρσις.) = ο καβαλημένος, ο αλαζών. Ο δι’ επηρμένης οφρύος ( η οφρύς = το φρύδι) λέγεται για τον υπερόπτη όπως ο Μωάμεθ ο πορθητής όταν έφιπποε εισήρχετο εις την αλωθείσαν Κων/πολιν.
2) ανενδοίαστα < άνευ + εν+ δέος (= φόβος) = άφοβα. (αντιθ. ο περιδεής = ο έμφοβος, ο πλήρης φόβου.)
3) οικειοθελώς < οικείως (οικείον = το συζών και φίλιον) + θέλω = εκουσίως, ηθελημένα.
4) χορός < χώρος = ο χωριστός χώρος των χορευτών.
5) εσώκλειστον και ρ. εσωκλείω < έσω + κλείω. = κλείνω, βάζω μέσα. (πρβ. εσώκλειστον γράμμα, εσωκλείω, σφραγίζω σε κλειστό γράμμα κάτι.)
6) σεισμοπαθής < σεισμός + πάθος (ρ. πάσχω) = ο υποφέρων εκ του σεισμού.
7) συμπαγής < συν + πήγνυμι-πήζω = ο στερεοποιημένος, στιβαρός. (πρβ. πέτρα ή πάγος εξ ού και Άρειος πάγος = πετρώδης λοφίσκος όπου συνδρίαζον οι αρχαίοι Αθηναίοι αραιοπαγίται δικασταί.)
8) λεωφορείο < λαός + φέρω, φορείο (πρβ. ουσ. λεωφόρος (η)) = το μεταφέρον τον λαό όχημα, καθαρευουσιάνικος νεολογισμός αντικαταταστήσας το βάρβαρον bus όταν υπήρχε κάποτε μια γλωσσική ευαισθησία και καλαισθησία σ’ αυτόν τον έρμο τόπο.
1 σχόλιο:
2) Η ερμηνεία του είναι "χωρίς δισταγμό".Α στερητικό +εν (=μέσα,εδώ ως σκέψη μέσα στο κεφάλι/ψυχή του)και μια λέξη που δεν γνωρίζω, με τη σημασία της ντροπής,δισταγμού,ηθικού φραγμού.
3)Οικεία(=γνώριμα)+θέληση.Αυτό που κάνει κάποιος με τη δική του θέληση.
5)Εσω(=μέσα)+κλειστόν(+κλεισμένος).Αυτός που μένει μέσα σε ένα κτήριο(οικοτροφείο π.χ.)
6)Οι παθόντες από έναν σεισμό
8)Λαός+(μετα)φέρω
Καλή Εβδ΄ομάδα από Χόστ
Δημοσίευση σχολίου