Αρχή σοφίας ελληνικών ονομάτων επίσκεψις.
Όθεν άριστα λέγεται παρά τοις φιλοσόφοιςο τους μη μανθάνοντας ορθώς ακούειν ονομάτων
κακώς χρήσθαι και τοις πράγμασιν.
(Πλούταρχος)
ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΝ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ (45)
1) Ίνδαλμα: Πώς ετυμολογείται;
2) Το ¨ χαίρεις¨ άκρας υγείας, γιατί αρχαιοελληνικώς γράφεται και ¨χαίροις ¨ άκρας υγείας και ¨χαίρηις¨ άκρας υγείας;
3) Τί γλωσσική σχέσι έχουν η σκεπή, ο σκοπός και ο διανοοούμενος;
4) σύνθημα και σύνθεμα: τί σημαίνουν;
5) προσπάθεια: Ποια τα συνθετικά της λέξεως και τί δηλώνει.
6) καθήκον (το): τα συνθετικά και η σημασία της λέξεως.
7) γυμνός, ενδεδυμένος-ντυμένος και ένδυμα τι σχέσι έχουν με την ηλίου δύσιν;
8) υπόπτης –υποψία, καχύποπτος και φιλύποπτος τί σημαίνουν;
Οι απαντήσεις από το προηγούμενο Νο (44) ΕΔΩ.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Αι απαντήσεις της Λεξιθήρος.
1) Ίνδαλμα = ινδα νικό <ιδα νικό +α (γα) λ (λία) μα. (πρβ. ιδ-έα, ιδ-ανικόν ήτοι η εξομοίωσις του υλικού προς το ιδεώδες, την πνευματικήν ιδέαν. )
2) Η κατάληξις αλλάζει ορθογραφία για να σημάνη την διαφορετική (έγκλισις) φωνητική συμπεριφορά. Γιατί άλλη κλίσι όπως δηλούται με την κατάληξι του ρήματος λαμβάνει η φωνή π.χ. στο ¨τώρα παίζ ει ς μπάλα¨ (οριστική έγκλισις), άλλη στο ¨ θέλει ταλέντο για να παίζ η ς καλή μπάλα¨ (υποτακτική) και άλλη στο ¨παίξ οι ς, δεν παίξ οι ς εσύ, το παιχνίδι θα γίνει.¨ (ευκτική.) Το ίδιο και στο ¨βρέξοι-χιονίσοι¨ ο μισθός πέφτει. ¨ Εν προκειμένω η κανονική ορθογραφία βάσει μουσικής προφοράς του ρήματος είναι με το της ευκτικής ¨οι¨ και όχι με το της οριστικής ¨ει¨ όπως στο ¨θα δείξει, θα γυρίσει.¨ (οριστική μέλλοντος.)
3) σκ- έπτομαι και άρα σκ-οπός = ο σκεπτόμενος και άρα αγρυπνών. Η σκ-επή είναι η μέριμνα της στέγης < σκέ-(πτομαι περί της ο-)πή ς ίνα μην υπάρχη οπή εις την στέγην.)
4) σύν-θημα = συν+ τι θη μι, θέ τω, θέ σις (όπως και σύμ-βολον) = μια λέξις ή λάβαρον ή σημαία που σηματοδοτεί την έναρξι δράσεως, πολεμικής ή ό,τι άλλο, από πλευράς του ακούοντος (ή βλέποντος, σε περίπτωσι σημαίας ή λαβάρου), αυτήν.
5) προσπάθεια (η) (< προ (πρόθεσις)+ σπάθη, σπαθί = ο προβάλλων το όπλο αυτό μαχόμενος και μεταφορικώς ο κοπιάζων για την επίτευξιν του εγχειρήματος- έργου-σκοπού του.
6) καθήκον (το) = το κατερχόμενον , συνεπαγόμενον ( αρχ. ελλ. ρ. ήκω = φθάνω, πρβ. ηλι-κί-α = ηλίου κί-νησις) και μεταφορικώς το πρέπον-οφειλόμενον γενέσθαι. (πρβ. το ¨προσήκον¨ όπως και ¨προσήκουσαι¨ - αρμόζουσαι (τιμαί.)
7) ρ. δύ- ω και δύ- σις (ηλίου) όπως δι-εισ-δύ ω και η δι-είσ-δυ-σις = το βύθισμα, βούλιαγμα, κάλυψις, σκέπασμα . Δια τον ήλιον η δύσις είναι το νυκτερινόν βύθισμα, σκέπασμά του εις τον ωκεανόν (πρβ. δυ-, υδ-, ύδ-ωρ.) Το ρ. εν-δύ-ω και (η) έν-δυσις- ντύσιμο = ¨καλύπτω, χώνω το σώμα (όπως ο νυκτερινός ήλιος στον ωκεανό) εις τα ρούχα, το ίδιο και το ρ. απ-εκ-δύω, απ-έκ-δυ-σις-γδύσιμο = εκβάλλω, βγάζω τ ο σώμα από τα ενδύματά του όπως ο ανατέλλων ήλιος από τον κοσμικόν ωκεανόν.
8) υπόπτης = (υπό+ όπ-σις > όψις) = ο υποψιαζόμενος, έχων υπό συνεχή επίβλεψιν, παρακολούθησιν κάποιον ενώ ύποπτος = ο παρακολουθο0ύμενος, επιβλεπόμενος . Καχύ ποπτος, (κακόν+ ύποπτος) ο βλέπων, υποψιαζόμενος παντού το κακόν. Φιλύποπτος (φίλος+ ύποπτον) ο αρεσκόμενος εις το υποψιάζεσθαι επί κακώ τους πάντες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου