Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΟΥ ΑΚΡΙΒΟΥ ΚΑΦΕ.
Να σου πω τη μοίρα
και του καφέ το παραμύθι ν’ ακουστεί
σαν η τιμή του πέσει, η τρομερή;;
Εδώ στο τραπέζι κάτω από τον σωρό
μαύρα τα μελλούμενα και θα σου τα πω
θα ‘ρθει του τσιγάρου
ο βαρύς καπνός, σοβαρός, στολισμένος
θα ‘ναι σαν γαμπρός.
Θα σου βρω τον στίχο
σαν πεπρωμένου την ανέμη τη λεπτή
βγαίνουν μνημόνια πάλι, γκαραντί!
Μαζί δεν τα φάγαμε, πάλι τι να λες
για άσχημες φούσκες που φτιάχνουν τράπεζες
δρόμοι σαν φίδια μαύρα σκοτεινά
Θα μ’ αναγνωρίσεις
που ούτε καφέ δεν θα χω για να πιω
το μάτι μαύρο θολερό
δυο χρόνια φτάνουν, πάλι για γκρεμό!
Εμπρός πάρε σκούπα
να αδειάσουν την γωνιά
Και πετα τους φλυτζάνια
σα λευκά πουλιά
κατακέφαλα ριξτους μ’ εκατό ραβδιά
και θα δεις πως χαλάει τότε η γκαντεμια.
Και ας με συγχωρέσει η Βενετσάνου που της πείραξα το τραγούδι. Α, η σχέση της φούσκας με την τιμή του καφέ και τα καργιολακια τους μαυραγορίτες νέου τύπου, ΕΔΩ. Σε πεζό λόγο
5 σχόλια:
ΚΑΦΕΠΟΤΗΣ
Και τώρα τί απογίνονται χωρίς φθηνό καφέ;
Ήταν μια πρόφασις κι αυτός να μην σκύβωμε ποτέ.
Καφέδες, τζόγος, βρίσιμο στην κάθε εξουσία,
σπονδαί στο ανερμήνευτο και την ελευθερία
κι έξω καρδιά κι εξόριστη η πολιτική ναυτία.
Καλημέρα φίλε ΑΡΡ...δεν νομίζω να μπορέσω να σε ξεπεράσω ποτέ στην μαεστρία να στήνεις στίχους και ποιήματα με τόση ευκολία. χα χα χα είσαι μεγάλος μάστορας.
Ευχαριστώ πλην μην υπερβάλλης, φίλε και προκαλείς τον δίκαιο φθόνο των θεών που βαρά αλύπητα την κάθε υπέρβασι- ύβρι του ναρκισσισμού και ματαιοδοξίας
που κάνει τον ταλαντούχο άνθρωπο αντί για ένθεο και ισόθεο μανιακό και παράφρονα.
Κι εσύ δεν πας πίσω όπως και όλοι οι μεταλαμβάνοντες εδώ.
Έχεις φτιάσει ΣΧΟΛΗ εδώ μέσα. Την μεγάλη του Διο-γένους σχολή.
Μεγάλοι ποιητές του μικρού μας γαλαξία
Τα λόγια σας σοφά και με μεγάλη αξία
Μα πόσα φράγκα πιάνουνε θα το δείξει η ακτινογραφία.
SΙC TRANSIT GLORIA MUNDI.
(Λατινικόν: Παρέρχεται δηλονότι η δόξα του κόσμου.)
Τα του ηλίου θαύματα όσα γήινα
παρακμήν, δύσιν, γήρας και θάνατον
μοιραίως ενέχουσι.
Πλην η ιδέα των ουδέποτε αποθνήσκει.
Και γαρ προς το άπειρον ουράνιον κάλλος
αύτη συγκοινωνεί,
τας τ'ερημίας του αιθέρος
αενάως καταλάμπουσα
ζωοποιεί και διακοσμεί.
(Ωδάρχης).
Δημοσίευση σχολίου