(Ωδάρχης, Αρρίων, Μειδίας, Αγριμέδων)
Χωρίς ¨εάν,¨ ¨γιατί¨ και ¨λοιπόν¨ πετούν αγέρωχα τα πλοία των θεών.
Και εν όσω επιπλέομεν σε απατηλά ηρακλείτεια νερά, ουσίας νομίσματα.
Ηλιοστάσια της ακοιμήτου δόξης των ενιαυτών καθ’ ά ο ουρανός εορτάζει και η γη θαυμάζει.
Αι των αμαρτωλών και των δούλων προσευχαί στην πιο καλή τους ώρα.
Μια γωνιά, κάπου ν’ ακουμπήσει την κουρασμένη σκέψι του, έστω και μια ψευδαίσθησι.
Κάτι γεμίζει και στην θέσι του κάτι άλλο αδειάζει. Κι ένας θεός στην άκρη που τα λογαριάζει.
Παίδες εν καμίνω. Επωλήθη πανάκριβα και το περιστατικό εκείνο..
Αι θρησκείαι κλέπτουσι η μία την άλλη κι εγώ ακόμα ψάχνω το πορτοφόλι μου.
Μια Κίρκη κι εκείνη. Μας κοιμίζει με κλωτσόσφαιρο και μας σνομπάρει με ηρωίνη.
Τα πολλά πολλά τού ήταν ξένα, εκείνος άκουγε μόνο το αιώνιο ένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου