ZEYΣ ΕΛΑΥΝΩΝ


Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΝ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ (81)

ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑ-ΛΕΞΙΓΝΩΣΙΑ

Αρχή σοφίας ελληνικών ονομάτων επίσκεψις.

Η ελληνική γλώσσα ομιλείτο πολύ πριν από την 2α π.Χ. χιλιετία και ευρίσκετο σε υψηλό επίπεδο τελειότητας.

Είναι η βασίλισσα των Γλωσσών.

Είναι η γλώσσα των Θεών.

«Ει Θεοί διαλέγονται, την των Ελλήνων γλώττη χρώνται»

 (Κικέρων)

Όθεν άριστα λέγεται παρά τοις φιλοσόφοις

το τους μη μανθάνοντας ορθώς ακούειν ονομάτων

κακώς χρήσθαι και τοις πράγμασιν.

(Πλούταρχος) 

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΝ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ (81) 

1)  ρ. κοχλάζω.  Ποια η σημασία και προέλευσι της λ.

2)  ¨μακάρεσι θεοίσι¨  το ορθόν και όχι το ¨μακάρεση¨ που το πήραν κοπιπάστα όλοι οι αρχαιογραφικοί και το γράφουν λάθος όλοι. Γιατί;    

3) ρ. αλαφιάζομαι όπως και ρ. γλαρώνω είναι παραφθοραί λέξεων που γι αυτό ¨βαρβαρίζουν,¨ δεν ¨σημαίνουν¨ δηλαδή το νόημα που κάθε ελληνική λέξι ετυμολογικώς δηλώνει.  

4) μαγεία: η ετυμολογία της δηλώνει και το ηθικό ποιόν της.


5) επιθ. τοξικός: γιατί σημαίνει δηλητηριώδης;

6)  επιρρ. χάρμα: η ετυμολογία του.

7)   χύμα. Από ποιο ρήμα προέρχεται;

8) ουσ. ¨κνησμός¨ σημαίνει φαγούρα. Από ποιο ουσιαστικό καθορίστηκε η σημασία του;   

Οι απαντήσεις από το προηγούμενο Νο (80) ΕΔΩ .

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Αι απαντήσεις του Λεξιθήρος.

1)  κοχλάζω < κώχ-η + βρ-άζω = το εκχείλισμα της βράσεως.

2) μακάρεσι θεοίσι = δοτ. πληθ. του ομηρ. ους. μάκαρ (ο) (γεν. εν. μάκ–αρος. πληθ. αριθμ. οι μάκαρες, των μακάρων, τοις μάκαρσι και ομηρ. μακάρεσι (όπως λέμε επί χρήμασι)θεοίς ή ομηρ. θεοίσι) = στους μακαρίους θεούς.

3) αλαφιάζομαι < ελαφιάζομαι = συμπεριφέρομαι σαν τρομαγμένο ελάφι. ρ. γλαρώνω < ιλαρώνω = γίνομαι ιλαρός, χαλαρός, γελαστός όπως ο έτοιμος να αναπαυθή, κοιμηθή.

4) Μαγεία < μη (μαλ-ακή, κακή, μα-ύρη ) υ-γεία.

5)   επιθ. τοξικός  (= δηλητηριώδης) < ουσ. τόξον (το).  Διότι τα πολεμικά τόξα διεποτίζοντο με δηλητήριο ώστε και οι τραυματίαι του εχθρού μη διαφεύγειν τον θάνατο.            

6) χάρμα (το) (π.χ.  οφθαλμών) < το χαίρωμα < χαρά.

7) ουσ. χύμα (το) < ρ. χέω, χύνω, ρευστοποιώ.

8)  κνησμός < κινήσ-εως εθι-σμός (= η εμμονική χειροτριβή πάνω στο κνηζόμερο  μέρος.

3 σχόλια:

ΛΥΚΑΣΤΡΟΣ είπε...

1) ρ. κοχλάζω. Ποια η σημασία και προέλευσι της λ.

Από το παφλάζω ,καχλάζω , αναδιπλασιασμός του χλάζω.Ο ήχος που τα κάνουν τα νερά που πέφτουν με πάταγο. «κῡμα περὶ πτόλιν ἀνδρῶν καχλάζει», Αισχύλος

ΛΥΚΑΣΤΡΟΣ είπε...

6) επιρρ. χάρμα: η ετυμολογία του.

Χάρμα απο το "χαίρω" ...πηγή χαράς πρόξενος χαράς και ευφροσύνης. Κάθετι που προκαλεί χαρά και ευχαρίστηση.«χάρμα ὀφθαλμῶν», Απολλ. Ρόδιος

Ετυμολογία : χαρ- του χαίρω + μα

Ανώνυμος είπε...

ΑΝΕΝΤΑΧΤΟΣ
EΓΡΑΨΕΣ : ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ .
ΝΑ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ:https://www.ksipnistere.com/2022/10/146.html

ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΚΑΛΑ ΔΙΟΡΑΤΙΚΕ ΦΙΛΕ

ΑΝΑΤΙΝΑΞΕΣ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΛΑΣΤΙΧΟΠΑΝΤΟΦΛΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΠΑΔΟΚΑΣΤΑΝΟΥ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΧΑΣΙΣΙΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΗ ΤΩΝ ΠΑΠΑΔΟ ΠΡΟΒΑΤΩΝ!