Ένας Νέγρος Δικαστής Από Το Μπουρουντί
Ο Γουίλι ο μαύρος δικαστής από το Μπουρουντί
Όταν για βάρδια του πρωινή κινούσε
σε μια κάμαρά επήγαινε τήβενο για να βρει, γραμμή για να δικάσει
Και όλο για πράγματα περίεργα
για το Ελλαδισταν μιλούσε.
Τους `λεγε πώς σβήνουνε δικόγραφα χασίς
σε φούρνο του ψωμιού εκεί κατά Γαρίτσα
Και πως όταν τσακώνουνε λαθραία το FBI
το πως εξαφανίζουνε μάρτυρες άσπρης σκόνης
Πως κουκουλώνουν τρανταχτά τον φόνο Καραϊβαζ
Όταν τους ψάχνουν για να βρουν που μπάζει το καράβι
κι έπειτα πώς φωνάζουνε και πώς μονολογούν
(όταν η ζάλη μ’ όνειρα περίεργα τους κυκλώνει):
Τους `λεγε ακόμα ότι είδε αυτός μια νύχτα που `χε πιει
πως πάνω σ’ άτι εκάλπαζε στην πλάτη της θαλάσσης
και πίσωθε του ετρέχανε predator με φτερά
σαν πάμε Αθήνα, του `λέγαν, κι εσύ θα δοκιμάσεις.
Εγώ γλυκά του μίλαγα μη μήπως τσαντιντιστει
και του `λεγα "το κομπερμί τις επενδύσεις λιώνει"
και τότε αυτός συνήθιζε γελώντας τρανταχτά
με το `να χέρι του ψηλά πίνακες να μπαλώνει
Μια μέρα τον αφήσαμε στεγνό απ’ από πυρετό
πέρα στην Άπω Ανατολή να φλέγεται να λιώνει
Σαν έμαθε πως πέρα κει, κατά το Ελλαδιστάν
πως λάδωσαν να βγει πιο κάτω, στην λίστα να πατώνει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου